Ένας συγγραφέας μετουσιώνεται στους ήρωές του. Εδώ ο συγγραφέας μοιράστηκε τρεις βασικές αντικρουόμενες υφές της ψυχής του (ανεξαρτήτως φύλου και κοινωνικών δεσμών) και με «οτοστόπ» ακόμα περισσότερες, φευγαλέες. Ταξίδι από την παλιά εθνική, με λακκούβες, μυρωδιές, μπάτσους, μουσικές, ταβέρνες, μπάνια, στάσεις· ο Πάρης γεμίζει βενζίνη σούπερ και αφήνει ανάσες τελευταίες. Τα χιλιόμετρα ανεβαίνουν, οι μέρες ζωής λιγοστεύουν. Τρεις άνθρωποι και ένα αυτοκίνητο, φθαρμένοι. Τρεις διαφορετικές αφηγήσεις γεγονότων κοινών, ως τέχνασμα πολυπρισματικό. Σημαντικά και ασήμαντα γεννούν συζητήσεις σε ταράτσα της Αθήνας που μας ζει. «Πάντα τέτοια» να ευχόμαστε συχνότερα, καθώς τσουγγρίζουμε· αυτοί που έχουμε κοντά μας είναι μόνο στιγμές παροδικές.
Αγαπημένο απόσπασμα:
«Θυμάσαι, ρε;» τον ρωτάω. Τίποτα. «Να θυμάσαι ότι σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ περισσότερο από οτιδήποτε στον κόσμο. Ξέρω τη γνώμη σου για τον κόσμο, αλλά σε παρακαλώ μην τον αφήσεις ακόμα. Εμένα δηλαδή». Με πιάνουν τα κλάματα. Κοιτώ τη θέα, δεν μου αρέσει- μια παρατημένη από τον Θεό και τους ανθρώπους άσχημη παραλία. «Ξέρεις τι ήθελα να σου πω όλα αυτά τα χρόνια; Σχεδόν ποτέ η θέα που είχαμε από τις ταράτσες δεν άξιζε. Από το σπίτι στον Κολωνό που βλέπαμε απέναντι τα μπάζα με τους παρατημένους θερμοσίφωνες, μέχρι το δώμα του Κεραμεικού που μετά βίας διακρίναμε οτιδήποτε μέσα στο χάος της άναρχης δόμησης, των κεραιών και των καμινάδων. Κι όμως, ήταν η καλύτερή μας. Γιατί…» «Ήμασταν οι δυο μας» λέει με όση δύναμη του έχει απομείνει. […]
Τόλης Αναγνωστόπουλος, Δρόμος η ζωή, ταράτσες τα όνειρά μας, εκδόσεις Πνοή, Αθήνα:2020, σ. 316.
Βρείτε το εδώ: https://www.ekdoseispnoi.gr/product/δρόμος-η-ζωή-ταράτσες-τα-όνειρά-μας/