Συνήθως τα ποιήματα στέκουν μόνα τους, σαν δοκιμές αυτόνομες παρουσίασης της ζωής μέσα από τα μάτια ενός ανθρώπου. Στη συλλογή αυτή τα ποιήματα συμπληρώνουν έναν καμβά, μια πορεία, δύο ανθρώπους, τελικά έναν. Συνειρμοί ως απόσταγμα ταξιδιών, στιγμών τρυφερών, μοναξιάς ανελέητης που ονειροβατούν και γκρεμίζονται σε δάπεδο σκληρό, ώστε να γίνουν λέξεις. Κάθε ποίημα εισβάλει στον προσωπικό σου χώρο, πατάει σε εμπειρίες που πιθανόν έχουμε ζήσει και αυτό είναι ιδιαίτερο, καθώς ενώ τα πρόσωπα είναι άγνωστα μπορείς να δεις τον άνθρωπο σου να σκιαγραφείται. Άλλωστε, υπήρχε προειδοποίηση εξαρχής, σε αυτό το ταξίδι είσαι απροστάτευτος, θα ζήσεις ριψοκίνδυνα ή θα τσακιστείς.
Αγαπημένο απόσπασμα:
Καθόμασταν στη γωνίτσα του μπαλκονιού σου εκείνη τη νύχτα.
Το φεγγάρι από κάτω φώτιζε τόσο λες κι ήθελε να ανοίξει δρόμο χέρι χέρι να φτάσουμε στο κέντρο του οι δυο μας για έναν χορό.
Με κρατούσες αγκαλιά, δεν μ’ άφηνες στιγμή και με φιλούσες, πότε στον λαιμό πότε στα χείλη, και μου ψιθύριζες, συνεχώς μου ψιθύριζες, λόγια αποθηκευμένα αιωνίως στον λαβύρινθο του αυτιού μου.
Κι εγώ. Κι εγώ ήμουν ο εαυτός μου, για πρώτη φορά ξεγυμνωμένος από κάθε ψέμα μου. τυλιγμένος μέσα σου, λες κι είχα βρει επιτέλους τη φωλιά, που τόσο είχα ανάγκη. […]