Όλοι έχουμε περπατήσει σε σκοτεινά σοκάκια. Η ατμόσφαιρα του βιβλίου χαρακτηρίζεται από αυτήν την αίσθηση. Ροκ μουσικές, καπνός, αισθησιακές γυναίκες, άνδρες που ρισκάρουν ή δειλιάζουν, θεριεύοντας με οινοπνεύματα. Ιστορίες με αίμα, βία και βρισιές που, αν έλειπαν, θα καθιστούσαν το βιβλίο λογοκριμένο. Δεν ξέρω αν ο συγγραφέας γνώριζε τους ανθρώπους αυτούς· οι σκιές τους πάντως κατοικούν στις σκέψεις μου καιρό τώρα. Ένα νουάρ έργο που πραγματεύεται ζητήματα που άνθρωποι κρατούν μυστικά και ο συγγραφέας προκλητικά τα ξεδιπλώνει στα μάτια του αναγνώστη, σαν να τους εκδικείται. Δεν υπάρχει τίποτα ρομαντικό σε αυτό το βιβλίο και έτσι πρέπει· νατουραλιστικό και αιχμηρό. Αγαπημένο απόσπασμα:
«Στη γειτονιά μου υπήρχε ένας γέρος, ο Θωμάς. Ένας άκακος σχιζοφρενής, ο οποίος κάθε φορά που έβλεπε γνώριμο πρόσωπο μοιραζόταν μαζί του μια ιστορία. Κανείς δεν πίστευε τις ιστορίες του. Μόνο εγώ. Αποκυήματα της φαντασίας ενός άρρωστου μυαλού για τους περισσότερους, σκέψεις ενός καταραμένου ποιητή για μένα. Έμοιαζαν βγαλμένες από ασπρόμαυρες ταινίες ή κιτρινισμένες σελίδες ξεχασμένων βιβλίων, μα ήταν αληθινές. Τουλάχιστον για μένα. Κάποια μέρα έμαθα ότι ο Θωμάς τίναξε τα μυαλά του στον αέρα μ’ ένα κυνηγετικό όπλο, που βρήκε στο σπίτι της αδερφής του. Τα γεράματα και η αρρώστια τον είχαν καταβάλει. Στην κηδεία του πήγαμε μόνο εγώ και η αδερφή του. Κανείς δεν βρέθηκε να πει μια ιστορία για κείνον».